Κυριακή 19 Μαΐου 2013

Ελλάδα, Ανώνυμη Εταιρία.


Κάθε ταχινή, όντε σηκώνομαι, αμοναχό ντου το δαχτύλι μου, πάει και πατεί το κομπί του ράδιου απούχω στο κομοδίνο, για να γροικώ τα νέα τσι πατρίδας μου. 
Γιάντα δά από το Ράδιο τα νέα ; Γιατί ήμουνε εξαρτημένος σα τον χασικλή από το χαζοκούτι την Τηλεόραση, και εδά και δυό  χρόνους εποτοξινόθηκα και είμαι μπλιό καθαρός. 
Βέβαια κιαμιά βολά με πχιάνει στεριτικό σύνδρομο, και πάω σε μιαν αποθήκη απούχω βαρμένο το χαζοκούτι να μην το θωρώ στο σπίτι, και το ανοίγω άμα κατέχω πως δα μιλήσει κιανείς απού βρίζει τη Μέρκελ. 

Κάθομε σε μια παλιά καρέκλα και ξεθυμένω με το βρισίδι τσι Μέρκελ, αλλά και γιατί πλερώνω κοροιδίστικα τα χαράτσια. Τσι τηλεόρασης απού να μην έσωνα να βάλω ρεύμα τσι αποθήκης και το έχταχτο τσι Τρόικας  απού εγίνηκε εδα μπλιό ταχτικό με τσι διαόλους απούχωμε πολιτικούς, θέ μου συχώρεσε μου. Πότε- πότε, αμαρτία ξεμολοϊμένη δεν είναι αμαρτία, θωρώ χωστά και  κιανένα Τούρκικο σίριαλ, να μη με δεί κιανείς και διαδόσει πως ετούρκεψα. 

Συμπαθάτε με για την πρωινή λογοδιάρια, μα πού να πώ τσι πόνους και τα βάσανα μου. Πατώ απού λέτε το κομπί. Γροικώ εκειονά απού μιλεί και πλερώνεται ενώ η αφεντομουτσουνάρα μου μιλεί δε μιλεί παίρνει έναν μ’ πούλο. Περιμένω ν’ ακούσω κιανένα νέο για πολιτισμό για καλές τέχνες για τα ήθη και έθιμα, για τσι συνανθρώπους μου, για ντέρτια και καημούς , για γέννες και γάμους γή θανάτους, για τα ανθρώπινα τέλος πάντων. 

Αντι γι’ αυτά γροικώ προσθέσεις, αφαιρέσεις ,χρωστούμενα, πλερωνόμενα, ισολογισμούς , απολογισμούς, ελείματα, αδυναμία πλερωμών, δάνεια , δόσεις, κάρτες, δικαστικές αποφάσεις για χρέη . Ύστερα μπαίνουνε κι άλλοι στην κουβέντα, όλοι φωστήρες απού να τσι πιάσει κόλπος, τραπεζίτες, οικονομολόγοι, λογιστάδες, εφοριακοί, μάνατζερ και παθαίνω τη μ’ πλάκα μου. 

Το μάτι μου το άπλυτο , ακόμη με την τσίμπλα, γυαλίζει. Ρε λέω από μέσα μου, μπας και άνοιξα οικονομικό σταθμό; Μπά!! όπου γυρίζω το κομπί, τα ίδια γρικώ. Ρε, που επήγε η Πατρίδα μου ; Πούναι η Ελλάδα μου, πού  επήγε το Έθνος μου; Πούνε ο πολιτισμός μου; Δεν ζούνε μπλιό πολίτες  σ’ ετούτηνιε τη χώρα; Μόνο τα οικονομικά είναι από παέ και πέρα η ζωή μας; 

Βοήθειαααα. Ήχασα την πατρίδα μου. Κάποιος κλέφτης μου τήνε πήρε και την άλλαξε με Ανώνυμη Εταιρία. Γυρίζω το κομπί του ράδιου σαν παλαβός. Γυρεύγω πατρίδα και βρίσκω παντού Ανώνυμη εταιρία και μάλιστα πτωχεμένη. Μια γ’ κοπανιά πχιάνω ένα σταθμό και γροικώ μια φωνή σαν το πετιμέζι να λέει . « Εδώ Ντόϊτσε βέλε σας ομιλεί ο ελεύθερος Γερμανικός σταθμός της κατοχικής Ελλάδας». 

Αποκουζουλαίνομαι. Μα καλά δεν εφύγανε οι Γερμανοί πριν εβδομήντα χρόνους; Η φωνή συνεχίζει. «Καλημερίζομε όλους τους απολυμένους υπαλλήλους, τους υπό απόλυση, τους εφέδρους, τους εργαζόμενους και άνεργους, τους συνταξιούχους, τους χορτάτους και πεινασμένους της πτωχευμένης  ΕΛΛΑΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ. Ευχαρίστως σας ανακοινώνομε ότι το στάδιο λύσης και εκκαθάρισης της Εταιρίας, πρώην Ελληνικού κράτους, προχωρεί με γρήγορους ρυθμούς. 

Το τριμελές διευθυντήριο αφού αποκατέστησε την αξιοπιστία της Εταιρείας στους δανειστές της, προχωρεί στις αναγκαίες απολύσεις προσωπικού, Μισθοί και συντάξεις γίνανε επιδόματα, και τα ασφαλιστικά ταμεία ανακουφίζονται επειδή πολλοί δικαιούχοι πηδούν από τα παράθυρα. Άλλο  ένα ευχάριστο νέο είναι, ότι το Δ.Σ. της εταιρίας αποφάσισε ομόφωνα την πώληση του συνόλου των μετοχών της ανώνυμης εταιρείας ΕΛΛΑΣ, στις ευρωπαϊκές χώρες του Βορρά». Δεν νταγιαντώ  να το πιστέψω. 

Πως τον εκαταντήσνε ετσά τον τόπο μου; Πούναι το έθνος μου, που οι πρόγονοι μου; Πού οι ποταμοί το αίμα που χύθηκε για την λευτεργιά ντου;  Πού τα όνειρα μας, να τονέ παραδώσομε καλύτερο στα κοπέλια και τ’αγγόνια μας; Πού, πού, πού; Δε βαστώ μπλιό . Να σκάσω θέλει . 

Ευτυχώς και έχω μπάρε μου την Αδελφότητα Κρητών και ξεθυμένω πότε- πότε σαν και οψές την αργατινή απού εορτάσαμε τα εκατόν τριάντα χρόνια του Μεγάλου συμπατριώτη μας του Καζαντζάκη. 

Εξαστέρωσε μιάν αναπνιά ο νούς, ανεθάρρεψε η ψυχή μας κι΄ενοίξανε μιαολιά τα πρικαμένα σαν την σφάκα  αχείλια μας. Στο σπίτι μου μετά, μερωμένος από την εκδήλωση, είπα να τελέψω  την αργατινή με τα παρακάτω λόγια του μεγάλου συγγραφέα , ποιητή και αθρώπου, παρμένα  από την Οδύσσεια ν’ του.

«Τη φρονιμάδα, θέ μου, πάρε μου, ν΄ανοίξουν τα μελίγγια,
Ν’ ανοίξουν οι καταπαχτές του νού,να πάρει αγέρα ο κόσμος.
Πιέτε της Άρνας το βλυχό νερό να καθαρίσει ο νούς σας
Ξελησμονήστε τα φαρμάκια σας και τ’ άτιμα συφέρα,
Τα σπλάχνα σας να γίνουν σα μωρού παιδιού, παρθένα, ανέγνοια,…
Ανθίσετε έριζα μυαλά, να ρθεί τα’ αιδόνι να λαλήσει.»

Άρθρο του Χαρ. Βουτυράκη στις 12/04/2013    ( Email: h_vout@yahoo.gr )                       

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου