Αναρτήθηκε από Andrew Kalenas
Ο γνωστός οικονομολόγος
Γιάννης Βαρουφάκης προσπερνάει το
δίλημμα αν το Μνημόνιο είναι φάρμακο ή δηλητήριο και εξηγεί ότι υπάρχουν τρεις
μεταρρυθμίσεις που αν υλοποιηθούν οι Ελληνες μπορούν να ανασάνουν από τη
λιτότητα, με άρθρο του στο protagon. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει εναποθέσει όλες της τις
ελπίδες στον συνδυασμό λιτότητας-μετά-μεταρρυθμίσεων. Η λιτότητα υποτίθεται ότι
θα δαμάσει τα ελλείμματα – και, μακροπρόθεσμα, τα χρέη – ενώ οι μεταρρυθμίσεις
θα φέρουν τις ιδιωτικές επενδύσεις και, έτσι, την ανάκαμψη.
Οι ελληνικές κυβερνήσεις,
των τελευταίων τριών ετών, συναινούν σε αυτή την πολιτική, εφαρμόζουν τη
λιτότητα και υπόσχονται τις μεταρρυθμίσεις οσονούπω. Οι υπόλοιποι «σφαζόμαστε»
για το αν η μνημονιακή λιτότητα αποτυγχάνει επειδή οι μεταρρυθμίσεις δεν έγιναν
όσο σβέλτα έπρεπε (η «μνημονιακή» άποψη) ή αν η λιτότητα που επιβάλει το
Μνημόνιο δημιουργεί συνθήκες κατάρρευσης στις οποίες οι μεταρρυθμίσεις δεν
μπορούν να ευδοκιμήσουν (η «αντι-μνημονιακή» πεποίθηση, που είναι και δική
μου). Δυστυχώς, αυτό το δίπολο μας εγκλωβίζει σε έναν διχασμό που επιδεινώνει
την Κρίση, μειώνοντας τις αντιστάσεις της κοινωνίας μας σε αυτές.
Το χειρότερο είναι ότι
αυτός ο διχασμός δεν είναι καν αναγκαίος. Μπορούμε κάλλιστα να διατηρήσουμε ο
καθένας τις απόψεις του για το Μνημόνιο (και κατά πόσον αποτελεί φάρμακο ή
δηλητήριο) αλλά να βρούμε κοινό τόπο όσον αφορά τις βασικές μεταρρυθμίσεις που
έχει ανάγκη ο τόπος. Και που τις έχει ανάγκη έτσι κι αλλιώς, ακόμα κι αν
αρχίζει ο ουρανός να βρέχει επενδύσεις και δάνεια με αρνητικά επιτόκια.
Πράγματι, το στείρο
δίπολο Μνημονιακών-Αντιμνημονιακών μπορεί να σπάσει ή, τουλάχιστον, να
«γαληνεύσει», στο πλαίσιο μιας σοβαρής, άνευ φόβου και πάθους, συζήτησης περί αναγκαίων
μεταρρυθμίσεων. Σίγουρα υπάρχουν μεταρρυθμίσεις στις οποίες θα συμφωνήσουμε
όλοι, ανεξάρτητα του αν πρεσβεύουμε την εφαρμογή ή την ανατροπή της μνημονιακής
λιτότητας. Το ερώτημα είναι: Ποιες είναι αυτές;
Ο κίνδυνος για μια τέτοια
συζήτηση είναι ότι θα αποπροσανατολιστεί είτε προς την κατεύθυνση γενικόλογης
συναίνεσης, που όμως στην πράξη δεν οδηγεί πουθενά (π.χ. «να χτυπηθεί η
φοροδιαφυγή»), είτε προς την κατεύθυνση μιας τιτάνιας σύγκρουσης (π.χ. για το
αν θα πρέπει να απολυθούν εκατοντάδες χιλιάδες δημόσιοι υπάλληλοι). Με στόχο
την αποφυγή τέτοιου αδιεξόδου, επιτρέψτε μου να αναφερθώ σε τρεις
μεταρρυθμίσεις που αξίζει να συζητήσουμε και οι οποίες μπορεί να αποτελέσουν
πεδίο συμφωνίας.
Μεταρρύθμιση 1: Ενιαίο
καθεστώς εξαρτημένης-μισθωτής εργασίας: Όταν επέστρεψα στην Ελλάδα, το 2000,
θυμάμαι το σοκ που ένιωσα όταν συνειδητοποίησα πόσοι εργαζόμενοι, ιδίως νέοι,
εργάζονταν με «μπλοκάκι», με δελτίο παροχής υπηρεσιών, λες και ήταν υδραυλικοί.
Ακόμα περισσότερο με είχε εξοργίσει το γεγονός ότι κανείς, στην Ελλάδα, δεν
κατανοούσε την οργή μου με την πρακτική της συνειδητής διχοτόμησης της αγοράς
εργασίας μεταξύ προστατευόμενης μισθωτής εργασίας και μισθωτής εργασίας με
μπλοκάκι, όπου ο μισθός αντιμετωπίζεται όπως μια οποιαδήποτε τιμή (π.χ. των
μαρουλιών ή της επισκευής μιας βρύσης από ελεύθερο επαγγελματία-υδραυλικό). Ότι
ακόμα και τα συνδικάτα, πέραν κάποιων εθιμοτυπικών δηλώσεων, δεν έδειχναν καμία
διάθεση να κινητοποιηθούν εναντίον αυτού του ιδιότυπου, σκανδαλώδους – καθαρά
ελληνικού – θεσμού.
Αυτός ο διαχωρισμός
πρέπει, ιδίως τώρα, εν μέσω Κρίσης, να μας εξοργίζει όλους. Αριστερούς,
Μνημονιακούς, αντιπολιτευόμενους, κυβερνητικούς, νεοφιλελεύθερους και
αντι-Μνημονιακούς. Όπως και να το δούμε το θέμα, η κατάσταση στην αγορά
εργασίας είναι διαβολική. Έχουμε δημιουργήσει μια (όλο και διογκούμενη)
κατηγορία εργαζόμενων οι οποίοι (α) παρέχουν εξαρτημένη μισθωτή εργασία αλλά
αναγκάζονται να το κάνουν σαν η εργασία τους να ήταν ένα οποιοδήποτε εμπόρευμα
και (β) δεν έχουν καν το δικαίωμα να επιλέγουν πώς θα αυτο-ασφαλιστούν αλλά,
αντίθετα, υποχρεώνονται να πληρώνουν ασφάλιστρα σε έναν συγκεκριμένο οργανισμό,
το ΤΕΒΕ, ανεξάρτητα των εισοδημάτων τους, γνωρίζοντας ότι η πρόνοια και οι
συντάξεις που θα λάβουν ως αντάλλαγμα (αν λάβουν), όταν τη χρειαστούν, δεν αξίζει
τα χρήματα που καταβάλουν.
Αυτή η πραγματικότητα
έπρεπε, φίλες και φίλοι, να εξαγριώνει Αριστερούς και Δεξιούς, θιασώτες της απορύθμισης
της αγοράς εργασίας και όσους πιστεύουν ότι μια πολιτισμένη κοινωνία πρέπει να
αντιμετωπίζει την εργασία ως κάτι που υπερβαίνει την έννοια του εμπορεύματος,
του οποίου η τιμή και η ποσότητα καλώς προσδιορίζεται αποκλειστικά από την
αγορά. Οι νεοφιλελεύθεροι γνωρίζουν ότι μια τέτοια διχοτομημένη αγορά εργασίας
σημαίνει κάτι απλό: όπως το κακό, το κάλπικο, χρήμα διώχνει το καλό χρήμα (ο
νόμος του Gresham), έτσι και οι κακές θέσεις εργασίας (εκείνες με το μπλοκάκι) διώχνουν τις
καλές. Όσο για τους Αριστερούς, κι αυτοί γνωρίζουν (αν έχουν διαβάσει τον Μαρξ
τους) ότι μια διχοτομημένη αγορά εργασίας όχι μόνο αυξάνει την εκμετάλλευση
μεγάλης μάζας φοβισμένων και ανασφαλών εργαζόμενων αλλά, παράλληλα, μειώνει την
ενεργό ζήτηση αγαθών και υπηρεσιών, βαθαίνοντας την Κρίση.
Να, λοιπόν, μια ευκαιρία
για να συμφωνήσουμε ότι αυτό το καθεστώς διχοτόμησης της αγοράς εργασίας πρέπει
να λήξει άμεσα. Το δύσκολο θα είναι να συμφωνήσουμε ποια εξασφάλιση πρέπει να
έχει ένας μισθωτός, τι αποζημίωση πρέπει να προβλέπεται σε περίπτωση απόλυσης,
πόση πρέπει να είναι η συμμετοχή του εργοδότη στην κοινωνική ασφάλιση του
εργαζόμενου κ.λπ. Όμως, από τη στιγμή που συμφωνήσουμε σε αυτά, θα πρέπει να
ισχύουν για όλους τους εργαζόμενους. Χωρίς καμία εξαίρεση. Δια ροπάλου. (Και μη
μου πείτε ότι αυτό είναι δύσκολο να επιβληθεί. Και η φορολόγηση είναι δύσκολο
να επιβληθεί, αλλά δεν ακούω κανέναν να υποστηρίζει ότι πρέπει να καταργηθεί η
υποχρεωτικότητα της καταβολής φόρων, επειδή η επιβολή της είναι δύσκολη!)
Πρόταση 1: Επανεξέταση
των συμβάσεων εργασίας και νομική κατοχύρωση της υπαγωγής όλων των εργαζόμενων
οι οποίοι τελούν υπό καθεστώς εξαρτημένης εργασίας σε αυτές (π.χ. είναι
υποχρεωμένοι να παρουσιάζονται συγκεκριμένες ώρες στον χώρο δουλειάς,
τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα, για πάνω από δύο μήνες) με πλήρη κατάργηση
της πρακτικής της πρόσληψης με δελτίο παροχής υπηρεσιών.
Μεταρρύθμιση 2: Κατάργηση
της υποχρεωτικότητας του ΤΕΒΕ: Αυτό που συμβαίνει με το ΤΕΒΕ στη χώρα μας είναι
εξωφρενικό. Σκεφτείτε το: Αποφασίζει ένας νέος άνθρωπος να ξεκινήσει, π.χ. με
δύο-τρεις φίλους, μια δουλειά και, χωρίς να ξέρει πώς θα πάει, τον αναγκάζουμε
να πληρώνει ένα σοβαρό ποσό, μηνιαίως, σε ασφαλιστικό ταμείο το οποίο ούτε
διαλέγει, ούτε σοβαρές υγειονομικές υπηρεσίες του προσφέρει και ούτε θα του
δώσει σύνταξη της προκοπής, αν θα του δώσει. Αν, μάλιστα, έπειτα από π.χ. δύο
χρόνια, η δουλειά αυτή κλείσει, τα χρήματα που κατέβαλε στο ΤΕΒΕ χάθηκαν. Ανεπιστρεπτί.
Και σαν να μην έφτανε αυτό, το ποσόν που πληρώνει είναι ανεξάρτητο από τα
καθαρά του εισοδήματα. Πληρώνει το ίδιο είτε η επιχείρηση «στήνεται» και δεν
έχει ακόμα έσοδα είτε έχει μεγάλα κέρδη.
Αν το καλοσκεφτούμε, πρόκειται
για έναν ξεδιάντροπο κεφαλικό φόρο που αποτελεί τεράστιο αντικίνητρο για να
ξεκινήσει κάποιος μια δουλειά. Μάλιστα, υπό το σημερινό καθεστώς της μισθωτής
εργασίας με μπλοκάκι, όπου για να αποκτήσει ο εργαζόμενος μπλοκάκι υποχρεώνεται
να συμβληθεί με το ΤΕΒΕ, είναι σαν να φορολογούμε τον πιο αδύναμο εργαζόμενο
οδηγώντας τον, ουσιαστικά, στην αγκαλιά του ΟΑΕΔ.
Για να σας δώσω ένα
παράδειγμα, σε ερευνητικό πρόγραμμα που γνωρίζω καλά, προβλεπόταν αμοιβή για
μεταπτυχιακούς φοιτητές, 10 χιλιάδων τον χρόνο. Επειδή, όμως, για πάνω από τις
5 χιλιάδες ετήσιο εισόδημα ο μισθωτός αναγκάζεται (βλ. πιο πάνω) να εργάζεται
με μπλοκάκι, οι νέοι επιστήμονες θα εξαναγκάζονταν να πληρώσουν, πέραν των
κανονικών φόρων, το ΤΕΒΕ και, ενίοτε, τον κεφαλικό φόρο για το μπλοκάκι –
αφήστε τη γραφειοκρατία του να γραφτούν στο ΤΕΒΕ, να πάρουν δελτίο παροχής από
την Εφορία, να πρέπει να κάνουν δήλωση ΦΠΑ κ.λπ. Δεν είναι περίεργο ότι
προτίμησαν να μην αποδεχθούν την ερευνητική θέση που τους προσφέραμε.
Πρόταση 2: Κατάργηση της
υποχρεωτικότητας του ΤΕΒΕ για τους ελεύθερους επαγγελματίες. Στο πλαίσιο της
άσκησης ελεύθερου επαγγέλματος, ας επιλέξουν ελεύθερα τον τρόπο με τον οποίο θα
ασφαλιστούν ή θα αποταμιεύσουν. Αν το ΤΕΒΕ μπορεί να τους παράσχει καλύτερες
υπηρεσίες από την αυτο-ασφάλιση, τότε από μόνοι τους θα επιλέξουν να συμβληθούν
σε αυτό. Δεδομένου μάλιστα ότι, με την Πρόταση 1 πιο πάνω, κανείς μισθωτός δεν
θα έχει πλέον ανάγκη το ΤΕΒΕ (καθώς το εξάμβλωμα της εξαρτημένης – εργασίας – με
- μπλοκάκι θα αποτελεί παρελθόν), πρόβλημα ουδέν.
Μεταρρύθμιση 3: Κατάργηση
της προ-πληρωμής του ΦΠΑ: Είναι δυνατόν, ιδίως σε αυτή την εποχή της Κρίσης,
επιχειρήσεις που βουλιάζουν επειδή οι πελάτες τους καθυστερούν μήνες και χρόνια
να τις εξοφλήσουν (για αγαθά και υπηρεσίες που έλαβαν) να πρέπει να
προκαταβάλουν τον ΦΠΑ; Από πού κι ως πού ο ΦΠΑ καταβάλεται προτού εισπραχθεί το
τίμημα από την επιχείρηση; Με το ισχύον καθεστώς, οι επιχειρήσεις τελούν υπό
καθεστώς ομηρείας κακοπληρωτών και κλείνουν, καθώς το κράτος εισπράττει το
μερτικό του από συναλλαγές που δεν ολοκληρώθηκαν και που μπορεί ποτέ να μην
ολοκληρωθούν.
Πρόταση 3: Πολύ απλά, ο
ΦΠΑ να καταβάλλεται την ημέρα της είσπραξης και όχι με την έκδοση του
τιμολογίου. Ούτε πριν, ούτε και μετά. Στην εποχή του web-banking δεν υπάρχει κανένας λόγος να μη σταματήσει αυτός
ο παραλογισμός που οδηγεί επιχειρήσεις στο λουκέτο και καταστρέφει ζωές.
Επίλογος: Μια λέξη κυριαρχεί κάθε φορά που ένα καθεστώς
τελεί υπό κατάρρευση. Η λέξη «μεταρρυθμίσεις». Να θυμίσω στους νεότερους ότι η
δική μας γενιά (των πενηντάρηδων) πρωτογνώρισε την έννοια των «μεταρρυθμίσεων»
από τις ατέρμονες συζητήσεις που γινόντουσαν στη Σοβιετική Ένωση (και στο
πλαίσιο των οποίων οι δυτικοί Κρεμλινολόγοι κατέτασσαν τους διάφορους
σοβιετικούς ηγέτες στις κατηγορίες «μεταρρυθμιστές» και «σκληροπυρηνικοί».
Σήμερα που η Ελλάδα τελεί
υπό κατάρρευση έχουμε υποχρέωση, από τη μία, να συζητάμε έντονα το αν η μνημονιακή
πολιτική θα επισπεύσει ή θα αποτρέψει την ολοκληρωτική κατάρρευση αλλά, από την
άλλη, να συνεννοηθούμε για κάποιες βασικές μεταρρυθμίσεις, αλλαγές,
εξορθολογισμό – πείτε το όπως θέλετε. Γιατί ό,τι και να γίνει με το Μνημόνιο,
την ΕΚΤ, την Ευρωζώνη και τα λοιπά «μεγάλα» ζητήματα, πρέπει να κοιτάξουμε τα
«μικρά» που όμως, όσο μικρά και να ‘ναι, αποτελούν καρκινώματα που καταστρέφουν
το δυναμικό της κοινωνικής μας οικονομίας. Ας βρούμε πού υπάρχει κοινός τόπος
και ας δράσουμε, τουλάχιστον, σε αυτόν.
Γιάννης Βαρουφάκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου