Η πολιτική φιλοσοφία του Αριστοτέλη
Δημήτρης Ι. Παπαδής, Πανεπιστήμιο Κύπρου
Σημαντικό για τον χαρακτήρα της πολιτικής φιλοσοφίας του
Αριστοτέλη είναι να τονισθεί ότι η έσχατη νομιμοποιητική αρχή ύπαρξης της πολιτείας
είναι η διασφάλιση των προϋποθέσεων για την κατάκτηση της ευδαιμονίας εκ μέρους
όλων των πολιτών, και εμμέσως όλων των ανθρώπων που ζουν στην επικράτεια της
πόλεως – πολιτείας.
“Η πόλις – πολιτεία που αποτελεί συμβιωτική κοινότητα γενών
(οικογενειών) και κωμών υπάρχει χάριν της τέλειας και αυτάρκους ζωής. Αυτή δε
είναι, όπως επανειλημμένως τονίζουμε, η ευτυχισμένη και πολιτισμένη ζωή”.
Και
είναι αυτή η ευδαιμονία της πόλεως αυτό που ο Αριστοτέλης ονομάζει κοινόν
αγαθόν ή κοινόν συμφέρον, και θεωρεί ο Αριστοτέλης το κοινόν αγαθόν, την
ευδαιμονία του ατόμου. Αυτό όμως δεν σημαίνει καθόλου ότι ο Αριστοτέλης (το ίδιο
ισχύει και για τον Πλάτωνα) θεωρεί την πόλιν – πολιτεία αυτοσκοπό, χάριν του
οποίου υπάρχει ο πολίτης.
Αντιθέτως αυτοσκοπός είναι ο πολίτης, το κάθε άτομο –
μέλος της πολιτείας, χάριν του οποίου συστήθηκε και υπάρχει η πολιτεία, το
κράτος. Η σχέση πολιτείας – πολίτη είναι για τον Αριστοτέλη και τον Πλάτωνα
σχέση μέσου – σκοπού.
Καταξιωτική αρχή ύπαρξης της πολιτείας είναι η ευδαιμονία
όλων των ατόμων – μελών της, του κάθε μέλους ξεχωριστά και όλων μαζί στο σύνολό
τους. Γι’ αυτό δεν έχει δίκιο ο Hegel όταν λέει: “Στον Αριστοτέλη το
ουσιαστικό, κύριο στοιχείο είναι το κράτος… Όπως και στον Πλάτωνα το πολιτικό
είναι, επομένως το πρότερον”. Διότι, όταν λέει ο Αριστοτέλης ότι το αγαθό της
πόλεως είναι υπέρτερο από το αγαθό του ατόμου, δεν εννοεί τίποτε άλλο παρά ότι
το αγαθό περισσοτέρων ατόμων είναι υπέρτερο από το αγαθό ενός ατόμου!
Μονάδα μέτρησης είναι πάντοτε το αγαθό του ατόμου ως
ανθρώπου. Και όταν επίσης λέει “σύμφωνα με τη φυσική τάξη των πραγμάτων η πόλις
– πολιτεία προηγείται της οικογένειας και του ατόμου”, δεν είναι τίποτε άλλο
παρά ότι η πόλις ως εγγενής σκοπός του ανθρώπου ως ζώου πολιτικού προηγείται
του ατόμου και της οικογένειας και φυσικά κάθε άλλης συμβιωτικής κοινωνίας
ανθρώπων, καθότι η αιτία του σκοπού προηγείται λογικά όλων των άλλων αιτιών:
της υλικής, της ειδολογικής και της κινητικής. Η ερμηνεία της επίμαχης αυτής
θέσης του Αριστοτέλη από τον Hegel, σύμφωνα με την οποία η πόλις, δηλαδή το
κράτος προηγείται της οικογενείας και του ατόμου “κατά την ουσία και την
υπόσταση, κατά την έννοια, τον ορθό λόγο και την αλήθεια” είναι εντελώς
αυθαίρετη και οπωσδήποτε αντιαριστοτελική. Για τον Αριστοτέλη ο δρόμος και το
κύριο μέσο κατάκτησης της ευδαιμονίας είναι η κατάκτηση της αρετής, γιατί αυτή
συνιστά την ουσία της, “την ευδαιμονίαν ότι χωρίς αρετής αδύνατον υπάρχειν
είρηται”.
Γι’ αυτό κύριο μέλημα των άξιων πολιτικών πρέπει να είναι
πώς θα βοηθήσουν τους πολίτες να γίνουν δίκαιοι και να σέβονται τους νόμους:
“δοκεί δε ο κατ’ αλήθειαν πολιτικός περί ταύτην (την
ευδαιμονίαν) μάλιστα πεπονήσθαι, βούλεται γαρ τους πολίτας αγαθούς ποιείν και
των νόμων υπηκόους”
και πως θα τους οδηγήσουν στον κατ’ αρετήν βίον, αφού το
μέγεθος της ευδαιμονίας είναι ανάλογο με εκείνο της αρετής, της φρονήσεως και
των σύμφωνων μ’ αυτές πράξεως. Η καταξίωση της πολιτικώς της πολιτικής
κοινωνίας για τον Αριστοτέλη έρχεται μέσα από τις καλές πράξεις των πολιτών
της.
Αντίθετα στα σύγχρονα κράτη που έχουν εγκαταλείψει την επιδίωξη του κοινού
αγαθού στη βάση της αρετής και της εσωτερικής καταξίωσης, γιατί η Πολιτική έχει
πάρει διαζύγιο από την Ηθική, η καταξίωση έρχεται, ή έστω επιδιώκεται, μέσα από
την στρατιωτική ή οικονομική ισχύ, μέσα από τον ασύδοτο ατομικισμό (που
σημαίνει διεκδίκηση δικαιωμάτων ευδαιμονιστικού χαρακτήρα με παράλληλη
απεμπόληση των υποχρεώσεων).
Έτσι είναι φυσικό να κατηγορούν τους αρχαίους
Έλληνες “ότι οι θεσμοί της πολιτείας είχαν απορροφήσει το άτομο” (J.
Anton)[...].
Ηθική και Πολιτική
Το χαρακτηριστικότερο και νευραλγικότερο σημείο
διαφορότητας της πολιτικής σκέψης και πραγματικότητας της ελληνικής αρχαιότητας
από τις αντίστοιχες των νεότερων χρόνων και της εποχής μας είναι ίσως η σχέση
της Πολιτικής με την Ηθική. Διότι, ενώ στην ελληνική αρχαιότητα, και πιο
συγκεκριμένα κατά τους κλασικούς χρόνους έχουμε, σε θεωρητικό τουλάχιστον
επίπεδο, σχέση ενότητας με μικρότερη ή μεγαλύτερη απόκλιση, στους νεότερους
χρόνους, και πιο συγκεκριμένα από τον Machiavelli (Μακιαβέλι) και εντεύθεν, η
Πολιτική διαχωρίζεται πλήρως από την Ηθική. Από την ενότητα περνάμε στον
χωρισμό.
Την μεγαλύτερη ενότητα Ηθικής και Πολιτικής έχουμε στον
Πλάτωνα, όπου οι αρετές του ατόμου ταυτίζονται με εκείνες της πόλεως, αυτό
ισχύει και για την άριστη – ιδανική πολιτεία του Αριστοτέλη. “Σκοπός του
Πλάτωνος ήταν να δημιουργήσει μία πολιτική επιστήμη, η οποία θα βρισκόταν σε
αδιάσπαστη ενότητα με την διδασκαλία περί της αρετής και της ευδαιμονίας, και
γενικά την ηθική στάση και συμπεριφορά του ατόμου, ανεξάρτητα από τη ζωή και
την ευδαιμονία της πόλεως ως οργανικής ενότητας, ανεξάρτητα δηλαδή από την
Πολιτική.
Πολύ ενδεικτική στο σημείο αυτό είναι η περί αντιστοιχίας των μερών
της ψυχής του ανθρώπου προς τα μέρη της πόλεως διδασκαλία του. Γι’ αυτό βρίσκω
πολύ εύστοχη την παρατήρηση του Fr. Dirlmeier, σύμφωνα με την οποία τα “δέκα
βιβλία της Πολιτείας (ενν.: του Πλάτωνος) θα μπορούσαν να ονομασθούν τόσο Ηθική
όσο και Πολιτική.
Αντίθετα μία τέτοια εναλλαξιμότητα δεν είναι δυνατή στον
Αριστοτέλη. Γι’ αυτόν Ηθική και Πολιτική είναι δύο αυτόνομες περιοχές της
πρακτικής φιλοσοφίας με χωριστή εννοιολογική ταυτότητα και ιδιαίτερο
περιεχόμενο, οι οποίες βεβαίως όχι μόνο μπορούν αλλά πρέπει να συνυπάρχουν σε
μία αρμονική ενότητα, η οποία μπορεί να ονομασθεί Πολιτική με την ευρύτερη
έννοια του όρου. Η ενότητά τους απορρέει από τον κοινό σκοπό τους που είναι
πάντοτε η ευδαιμονία, το κυρίαρχο στοιχείο τόσο της Ηθικής όσο και της
Πολιτικής. Γι’ αυτό και η διάκρισή τους δεν μπορεί να είναι ριζική και απόλυτη.
Όσον αφορά τώρα τις ιδιαιτερότητες της Ηθικής και της
Πολιτικής, πρέπει και πάλι να ανατρέξουμε στο αντικείμενο – περιεχόμενό τους
που έδωσα ήδη σε αδρές γραμμές, διότι αυτό αναδεικνύει και προσδιορίζει τόσο
την ενότητα όσο και τις ιδιαιτερότητές τους. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο
πυρήνας της Ηθικής είναι το άτομο, οι πράξεις του ατόμου, το άτομο στην
ιδιωτική και προσωπική του ζωή, ενώ ο πυρήνας της Πολιτικής είναι η πόλις.
Πρέπει όμως εδώ να τονισθεί ότι το άτομο στον Αριστοτέλη ούτε νοείται ούτε
υπάρχει καθεαυτό, αλλά ζει – είτε είναι πολίτης είτε όχι – πάντοτε μέσα στην
πόλη, και όταν συμβαίνει να είναι πολίτης, τότε έχει και πολιτική ευθύνη και
δράση. Υπό την έννοια αυτή η Αριστοτελική Ηθική αποκτά πολιτικό χαρακτήρα και
αποτελεί μέρος της Πολιτικής με την ευρύτερη του όρου σημασία που ταυτίζεται με
την όλη πρακτική φιλοσοφία, στην οποία υπάγονται εκτός από την Ηθική, η
Στρατηγική, η Οικονομική και η Ρητορική.
Άλλωστε το αντικείμενο της Ηθικής δεν
περιορίζεται αποκλειστικά στις πράξεις του ανθρώπου, διότι “ο άνθρωπος είναι
κάτι περισσότερο από τις πράξεις του: είναι και ικανότητες και τάσεις και
επιθυμίες και πεποιθήσεις”. Αλλά και το αντικείμενο της Πολιτικής δεν
περιορίζεται στις πολιτικές πράξεις, την αξιολόγηση και την ιεράρχησή τους, τη
λεγόμενη αθροιστική θεωρία, τη θεωρία περί της φθοράς και της σωτηρίας των
πολιτευμάτων, και φυσικά τις πολιτικές εκείνες πράξεις που αποβλέπουν στην
εξηθίκευση των πολιτών, οι οποίες αυτόχρημα είναι και ηθικές πράξεις, και κατά
συνέπεια αποτελούν μέρος – αντικείμενο της Ηθικής, πράγμα που δεν αφήνει καμία
αμφιβολία για την διαπλοκή και την ενότητα Ηθικής και Πολιτικής.
Η πόλις ήταν
μία ηθική κοινωνία, και η πολιτική επιστήμη, ως επιστήμη μιας τέτοιας
κοινωνίας, έγινε στα χέρια των Ελλήνων εν μέρει και σε μεγάλο βαθμό ηθική. Το
πολίτευμα είναι για τον Αριστοτέλη η πολιτεία, και το πολίτευμα δεν είναι απλώς
“μια ρύθμιση αξιωμάτων”, αλλά και “ένας τρόπος ζωής”. Είναι κάτι περισσότερο
από μια νομική κατασκευή: είναι επίσης ένα ηθικό πνεύμα. Αυτό είναι πράγματι η
εσωτερική της ουσία και ζωτικής της σημασία” (E. Barker, the political thought
5-6). Αυτή ακριβώς η στενή εσωτερική διαπλοκή Ηθικής και Πολιτικής εξηγεί τη
βασική και χαρακτηριστική θέση της πολιτικής φιλοσοφίας του Αριστοτέλη, όσον αφορά
τα ορθά πολιτεύματα, και την ταυτότητα της αρετής και του αγαθού του με την
αρετή και το αγαθό της πόλεως.
Για τη σχέση της Ηθικής με την Πολιτική θεμελιώδους
ασφαλώς σημασίας είναι η σχέση πολίτη και πολιτείας. Γι’ αυτήν όμως τη σχέση θα
γίνει ιδιαίτερος λόγος σε επόμενη παράγραφο. Εδώ δεν απομένει παρά να
εξετάσουμε τη σχέση του πρακτικού βίου με τον βίο του φιλοσόφου. Και είναι η
σχέση αυτή πολύ σημαντική για το θέμα μας, καθότι ο πρακτικός βίος προσιδιάζει
στην Πολιτική, ενώ ο θεωρητικός βίος προσιδιάζει στην Ηθική.
Η εν λόγω σχέση
δεν είναι μία σχέση ισοτιμίας αλλά σαφώς μία σχέση υπεροχής, αφού ο θεωρητικός
ή φιλοσοφικός βίος είναι ανώτερος από τον μη θεωρητικό βίο των μετόχων της
κοινωνικοπολιτικής ζωής, τον βίο στον πρακτικό ή πολιτικό. Η υπεροχή του θεωρητικού
βίου έναντι του πρακτικού και πολιτικού θεμελιώνεται από τον Αριστοτέλη με μια
εντυπωσιακή πράγματι διαλεκτική καθαρότητα στο Κ 7 κεφάλαιο των Ηθικών του
Νικομαχείων:
1. ο νους, δηλαδή η σοφία και όχι η φρόνηση που είναι η αδιαίρετη
αρετή του άρχοντος είναι η τελειότερη δύναμη και αρετή του ανθρώπου,
2. τα αντικείμενα του νου είναι τα πιο σπουδαία,
3. η ενέργεια του νου (η θεωρία θεωρίας ένεκεν) έχει τη
μεγαλύτερη διάρκεια,
4. συνεπάγεται τη μεγαλύτερη δυνατή ηδονή,
5. είναι η πιο αυτάρκης,
6. αποτελεί κατεξοχήν αυτοσκοπό, και γι’ αυτό συνιστά την
ουσία της τελειότερης ευδαιμονίας.
Αυτά και μόνο αυτά τα χαρακτηριστικά του θεωρητικού βίου
κάνουν τον άνθρωπο να ζει τινά θεϊκό και όχι απλώς ανθρώπινο βίο. Αυτό σημαίνει
ότι ο πρακτικός – πολιτικός βίος σύμφωνα με τις ηθικές αρετές και την
αντίστοιχη ευδαιμονία είναι ο καθεαυτός ανθρώπινος. Αυτή όμως η υπεροχή του
θεωρητικού – φιλοσοφικού βίου έναντι του πρακτικού – πολιτικού δεν υποδηλώνει
απλώς την υπεροχή της Ηθικής, της οποίας ακριβώς αποτελεί αντικείμενο ο
θεωρητικός βίος, και γενικότερα ο βίος του ανθρώπου ως ατόμου, αλλά υποδηλώνει
και τη σαγή διάκριση της Ηθικής από την Πολιτική.
Το γεγονός πάντως ότι για τον Αριστοτέλη το αγαθόν (= η
ευδαιμονία) του ατόμου και το αγαθόν (= η ευδαιμονία) της πόλεως ταυτίζονται,
σαφέστατα υποδηλώνει την ενότητα Ηθικής και Πολιτικής, αφού το πρώτο αγαθό
αποτελεί τον έσχατο σκοπό της Ηθικής και το δεύτερο της Πολιτικής. Άλλωστε η
πραγμάτωση της ηθικής – πνευματικής φύσεως του ανθρώπου, η οποία συνιστά τον
ύψιστο σκοπό της Ηθικής, δεν είναι δυνατόν, όπως ήδη έχει λεχθεί, να
πραγματωθεί παρά μόνον εντός της πόλεως και κατά συνέπεια δια της Πολιτικής.
Η
Ηθική είναι το θεμέλιο, η πεμπτουσία και το επιστέγασμα του πολιτικού
οικοδομήματος, της πολιτικής κοινωνίας. “Ο νόμος και το δίκαιο του θετικού
δικαίου προϋποθέτουν τον άγραφο νόμο, το έθος. Ο νόμος δεν γίνεται σεβαστός, αν
δεν θεμελιώνεται στο έθος” (J. Ritter, ένθ. αν., 157). Η Ηθική του Αριστοτέλη
θεμελιώνει και συγχρόνως υπηρετεί τα καλά και τα δίκαια της πόλεως. Δεν είναι
μια μεταφυσική Ηθική, μια Moralitat, μία υπόθεση απλώς και μόνο του ανθρώπου ως
ατόμου. Είναι και Ηθική του ανθρώπου ως πολίτη, ως μέλους της πολιτικής
κοινωνίας.
Έτσι ο Αριστοτέλης γίνεται θεμελιωτής της φιλοσοφικής Ηθικής και της
σχέσης της με την Πολιτική. Είναι ο θεμελιωτής της Ηθικής της πόλεως. Καμία
πολιτεία στον Αριστοτέλη, ούτε βεβαίως η άριστη και ιδανική, δεν νοείται χωρίς
τα ηθικά θεμέλια του νόμου και του ήθους ήτοι των ηθών και εθίμων, του
εθιμικού δικαίου.
[...] Για να αντιληφθεί κανείς την αξία και τη σημασία
της ενότητας Ηθικής και Πολιτικής, δεν έχει παρά να σκεφθεί τις τραγικές
συνέπειες της αποσύνδεσής τους, τις οποίες συχνά ζούμε σ’ όλη τη βαρβαρότητα τους.
Πηγή: http://www.phorum.gr/viewtopic.php?f=6&t=188485#p2902503
Και επίσης: http://justiceforgreece.wordpress.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου