Πάντα υπάρχουν άνθρωποι
Του Βαγγέλη ΚογκάκηΠριν από μερικούς μήνες είχα ασχοληθεί με την καθημερινή ζωή και νοοτροπία των σημερινών Ελλήνων και μάλιστα των νέων και είχα δημοσιεύσει σχόλια γύρω από αυτό το θέμα. Τους είχα επικρίνει, για την αμέλεια, την κακοτεχνία, την αδιαφορία, την αναλγησία μέσα στην οποία καθημερινά ζουν και πορεύονται μερικοί από αυτούς.
Όμως πολλές φορές μπορούν να δικαιολογηθούν, βλέποντας γύρω τους τόσες αλητείες, κλοπές τσαντών καθ’ οδόν, ληστείες καταστημάτων και τραπεζών, υπεξαιρέσεις και απάτες όλων των ειδών από ανώνυμους και επώνυμους ‘πολίτες’ όλων των κοινωνικών τάξεων. Δολοφονίες ‘εν ψυχρώ’, φόνους δι’ ‘ασήμαντον αφορμήν’, καθημερινή βία, τους ‘γνωστούς - άγνωστους κουκουλοφόρους’ να καταστρέφουν τα πάντα στο πέρασμά τους και τόσα άλλα ‘ων ουκ έστι αριθμός’. Κι ακόμη τη σημερινή οικονομική δυσπραγία, με τους κυρίως υπεύθυνους να παριστάνουν τους ανεύθυνους, αδιαφορώντας για ό,τι συμβαίνει γύρω των, ‘‘να μεριμνούν και να τυρβάζουν περί πολλά’’ επιρρίπτοντας την ευθύνη στη διεθνή οικονομική συγκυρία ή σε άλλους -εκτός εαυτών και αλλήλων. Όλα δε αυτά αν είσαι ή δεν είσαι αυτόπτης μάρτυρας θα τα παρακολουθήσεις με λεπτομέρειες και σε αργή λήψη (ralenti) στα απογευματινά και βραδινά δελτία ειδήσεων όλων των τηλεοπτικών σταθμών και δη των ιδιωτικών. Η ζοφερή αυτή εικόνα που παράγουμε και αναπαράγουμε, αδικεί κατάφορα, νομίζω, την πλειοψηφία της κοινωνίας των Ελλήνων πολιτών.
Είχα δίκιο να τους κατακρίνω; Οπωσδήποτε. Όμως και η δικαιολογία πολλών από αυτούς, εάν και όταν την προβάλουν δεν είναι αβάσιμη, ζώντας καθημερινά όλα τα παραπάνω. Ο πολιτισμός της καθημερινότητας είναι να νοιώθεις ελεύθερος, να περπατάς, να συνομιλείς στο καφενείο, στο λεωφορείο, στο ταξί χωρίς φόβο. «Όποιος συλλογάται ελεύθερος συλλογάται σωστά» αναφέρει ο Καζαντζάκης.
Ελεύθεροι χώροι για να κυκλοφορούν ελεύθεροι άνθρωποι. «Αν δεν κυβερνήσουν στα κράτη οι πεπαιδευμένοι ή αν δεν παιδευτούν γνήσια και αρκετά οι κυβερνήτες και αν δεν συμπέσει μέχρι ταυτίσεως η πολιτική δύναμη με την αγάπη για την παιδεία… δεν θα υπάρξει τέλος των συμφορών στα κράτη» αναφέρει ο Πλάτωνας στην Πολιτεία. Αγάπη για την παιδεία, τη γενικότερη πνευματική και ηθική ανάπτυξη του ανθρώπου, τη διαμόρφωση της προσωπικότητας, τη διάπλαση του χαρακτήρα μαζί με τον πολιτισμό.
Έτσι, ο κάθε νομοταγής πολίτης της σημερινής παγκόσμιας κοινωνίας είναι φοβισμένος, τρόπον τινά και όταν θέλει και μπορεί να βοηθήσει κάποιον που έχει ανάγκη, προβληματίζεται, φοβάται.
Πριν από λίγες ημέρες έζησα ένα περιστατικό που με ευχαρίστησε πολύ και μου ανέτρεψε πολλές από τις σκέψεις και την κρίση μου.
Είχα αφήσει το αυτοκίνητό μου σε ένα συνεργείo για έλεγχο (service) μακριά από την πόλη. Λησμόνησα να καλέσω τηλεφωνικά από εκεί ένα ταξί για να με μεταφέρει στο σπίτι μου, και όταν το σκέφτηκα, είχα την αφέλεια να φανταστώ ότι θα εύρισκα κατά τη διαδρομή. Έτσι άρχισα να περπατώ. Δεκάδες τροχοφόρα, κάθε είδους, περνούσαν συνεχώς δίπλα μου.
Αφού περπάτησα αρκετά, κοιτάζοντας συγχρόνως και για ταξί ή κάποιον γνωστό σε Ι.Χ. αυτοκίνητο, έφτασα στην εθνική οδό, το Βόρειο Οδικό Άξονα, όπως τον αποκαλούν, Χανίων - Ηρακλείου - Αγίου Νικολάου.
Εκεί άρχισα να δυσκολεύομαι. Περπατούσα στην άκρη του δρόμου. Τα παντός είδους τροχοφόρα είχαν πολλαπλασιαστεί, η ταχύτητα αυτών ήταν μεγάλη, η ρύπανση από τα καυσαέρια έκαναν την ατμόσφαιρα αποπνιχτική, την ηχορύπανση πολύ ενοχλητική και το ωστικό κύμα από τα φορτηγά οχήματα και τις νταλίκες ήταν ικανό να σε πετάξει δεξιά στο χαντάκι που υπάρχει στην άκρη της λεωφόρου.
Έψαχνα απεγνωσμένα με τη ματιά μου για ταξί. Πουθενά δεν φαινόταν. Άρχισα να απελπίζομαι και να φοβάμαι.
Έπρεπε να φύγω, να εγκαταλείψω την εθνική οδό, αλλά πώς, από πού;. Είδα ένα ανηφορικό μονοπάτι δεξιά, ‘σκαρφάλωσα’ σ’ αυτό και με ανακούφιση βρέθηκα σε ένα στενό δρόμο, παράλληλο της μεγάλης λεωφόρου, επάνω σε ένα γήλοφο.
Άρχισα πάλι να περπατώ, χωρίς φόβο και ρυπάνσεις τώρα, απολαμβάνοντας το τοπίο του όμορφου νησιού μας κατά την πρωινή ηλιόλουστη εκείνη ημέρα. Ο γέρο Ψηλορείτης στο βάθος δυτικά μπροστά μου, με τις χιονισμένες κορυφές του, βόρεια η γαλάζια θάλασσα του Κρητικού πελάγους και αριστερά νότια το χαμηλό βουνό ο Γιούχτας, που με την ανθρωπόμορφη μορφή του Δία με τη γενειάδα του, κείτεται ύπτια τον αιώνιο ύπνο.Είχαν περάσει 40-45 λεπτά από την ώρα που άρχισα να περπατώ. Αυτοκίνητα τώρα με είχαν προσπεράσει μόνο δύο. Ένα τρίτο μικρό επιβατικό, μόλις με προσπέρασε σταμάτησε και άναψαν τα πίσω μικρά φώτα, σημάδι ότι επρόκειτο να κινηθεί προς τα πίσω.
Πράγματι έκανε όπισθεν και σταμάτησε λίγο μπροστά μου. Κάποια πληροφορία θα μου ζητήσουν, σκέφτηκα. Ένας εύσωμος νεαρός άνδρας κατέβηκε από το αυτό και με ευγένεια απευθύνθηκε σε μένα λέγοντας:
- Με συγχωρείτε, κύριε, πηγαίνομε προς την ίδια κατεύθυνση, θέλετε, μήπως, να σας μεταφέρουμε κάπου;
Έμεινα άφωνος. Ήταν αναπάντεχο. Όταν πλέον είχα απελπιστεί και αποφασίσει ότι θα βαδίσω ακόμη περισσότερο από μισή ώρα μέχρι τη στάση του αστικού λεωφορείου, κάποιος εντελώς άγνωστος νέος προσφέρθηκε να με βοηθήσει.
- Ω! ευχαριστώ πολύ, ψέλλισα χαμογελώντας και επιταχύνοντας το βήμα μου κάθισα στο πίσω -αναπαυτικότατο για μένα τώρα- κάθισμα του αυτοκινήτου.
Η ματιά ενός άλλου άνδρα 40 περίπου ετών, ένοιωσα να με κοιτάζει από τον μικρό καθρέπτη του οδηγού.
- Πού πηγαίνετε; πού θέλετε να σας πάμε; ρώτησε απευθυνόμενος σε μένα.
- Ευχαριστώ και πάλι, είπα. Στην πρώτη στάση του αστικού λεωφορείου αν με αφήσετε θα με εξυπηρετήσετε πάρα πολύ.
Καμιά άλλη ερώτηση δεν μου ετέθη. Ούτε κι εγώ ρώτησα τίποτα.
Σε όλη τη διαδρομή -10 λεπτών περίπου- σκεφτόμουν: Υπάρχουν ακόμη άνθρωποι που με ευγένεια προσφέρονται να σε βοηθήσουν, να σε εξυπηρετήσουν όταν βρίσκεσαι σε δύσκολη θέση ή έχεις ανάγκη. Πολύ ευοίωνο αυτό. Είναι δε και οι δυο νέοι, με ευγένεια και διακριτικότητα. Λέτε να είναι μια εξαίρεση της σημερινής πραγματικότητας; Δεν νομίζω.
Αν εξέλειπε ο φόβος της δύσκολης κατάστασης στην οποία ζούμε, ο Έλληνας και μάλιστα ο Κρητικός, θα εύρισκε και πάλι τον παλιό του εαυτό, της εποχής πριν από 40-50 χρόνια. Εκείνον τον φιλότιμο, τον εξυπηρετικό, τον ευγενικό, τον προσηνή, τον μειλίχιο πολίτη με τα γνήσια ελληνοχριστιανικά αισθήματα.
Με άφησαν στην πλησιέστερη στάση του αστικού λεωφορείου. Ευχαριστώντας τους και πάλι βγήκα από το αυτοκίνητο. Πήρα το αστικό λεωφορείο για το σπίτι μου. Ένα σωρό σκέψεις βομβάρδιζαν το μυαλό μου. Πάντα θα υπάρχουν άνθρωποι, μονολογούσα, με συμπεριφορά και εμφάνιση που φανερώνουν ότι έχουν λάβει σωστή κοινωνική αγωγή.
Είναι δε τόσο ευχάριστο να δέχεσαι, να απολαμβάνεις τη βοήθεια, την εξυπηρέτηση των συμπολιτών σου.
Ο Βαγγέλης Κογκάκης είναι συνταξιούχος δάσκαλος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου